ποίημα για σένα: Οκτωβρίου 2011

ποίημα για σένα

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011

180 ~ ο Άλλεν Γκίνσμπεργκ στον Βάτσελ Λίντσι

Allen Ginsberg for Vachel Lindsay

***

Στον Λίντσαιη
Βέητσελ, τ' άστρα είναι σβησμένα
σούρουπο στρώθηκε στο δρόμο του Κολοράντο
έν' αυτοκίνητο σέρνεται αργά διασχίζοντας τον κάμπο
το ράδιο μουγκρίζει τη τζαζ του μες στο αμυδρό φως
ο απογοητευμένος πλασιέ ανάβει έν' άλλο τσιγάρο.
Σε μιαν άλλη πόλη πριν από 27 χρόνια
βλέπω τη σκιά σου στον τοίχο
κάθεσαι με τις τιράντες σου στο κρεβάτι
το χέρι της σκιάς σηκώνει ένα πιστόλι ως το κεφάλι σου
η σκιά σου πέφτει στο πάτωμα.

Παρίσι 1958

απόδοση: Αλέξης Τραϊανός


από το Δέντρο, τχ. 2
Μάιος 1978


Ακόμα:
- Βάτσελ Λίντσι: πάνω από την θάλασσα των Θρήνων,
στη
λέσχη αυτοκτόνων λογοτεχνών
.

Ετικέτες

26.10.11 0 comments

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

179 ~ ο Γιάννης Γρυπάρης για την Σαπφώ

Image and video hosting by TinyPic *** Image and video hosting by TinyPic

Σαπφώ

Μνάσασθαί τινά φαμι και ύστερον αμμέων...
ΣΑΠΦΩ

Και του Λευκάτα η θάλασσα η μακραντιλαλούσα
στρωτή περίσσια απλώνεται σα σμαραγδένιοι κάμποι'
τρίσβαθ' αυγή απόκρυφη στην άβυσσό της λάμπει
όταν τα κύματα στρωθούν και πέσει η αναρούσα.

Δίχως τραγούδια η Αλκυών πετά η κελαδούσα,
γιατί στα δάση των φυκιών, βόσκει η Ιπποκάμπη,
μες στα κοράλλια, ανάμεσα στα συντεφένια θάμπη
της μαργαριταρόριζας, κοιμάται η Μούσα... η Μούσα!

Τη λύρα για παντοτεινό προσκέφαλό της έχει,
ν' ακούει και στον ύπνο της, σαν όνειρο, να τρέχει
καινούργιος πάντα ο αντίλαλος απ' τα παλιά της πάθη.

Κι ο ήλιος όλο του το φως απάνω της μαζεύει'
θαρρείς και είναι ο Φάωνας... μετάνιωσε κι εστάθη
και της νεκρής αγάπης του την κεφαλή χαϊδεύει.

συλλογή: Σκαραβαίοι και Τερρακόττες


από την Βασική Βιβλιοθήκη, τμ. 29ος
εκδ. Αετός, 1954

.

Ετικέτες

15.10.11 0 comments

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

178 ~ ο Γιώργος Θέμελης για τον Ανδρέα Κάλβο

***

Ελεγείο μοναχικό του Ανδρέου Κάλβου

Λησμονημένος ταξιδευτής.
Οδοιπορώντας μες από νύχτες κι ασάλευτους ποταμούς
ήρθες το φλογερό ξημέρωμα, που τ' άναψαν.
μες στου χειμώνα την καρδιά εντάφια περιστέρια.
Πικρός κι αλύγιστος.
Μιλούσες μια γλώσσα κατάστικτη σαν τα σπασμένα μάρμαρα
και δε φορούσες παρά μονάχα μαύρα-το πένθος της μοναξιάς.
Αγνάντευες ψηλά τα ηώα κάγκελα και πήδαγε η καρδιά σου
από κορφή σε κορυφή, από ένα βουνόν εις άλλο,
και γύρευε να πλήξη με κλαγγή γενναίου πουλιού τα σύγνεφα.

Καστάλιε κύκνε!
Μοναχικέ κι απρόσιτε μες στην κλειστή σου θλίψη,
ποιά οδύνη σού έσκαφτε το στήθος και τόκανε να ηχή
όχι σαν ήχος λυπημένου αυλού, σαν πτερωτή βροντή;

Θανάσιμε τοξότη, που σκοπεύεις μ' εύστοχον χείρα!
Εραστή του καθαρού γαλάζιου και του ψηλού γκρεμού,
άσε ν' αγγίσω την καμπύλη σου σαν ένας βέβηλος-
κι ας μου καούν τα δάχτυλα, κ' η γλώσσα ας μου κοπή!..

Δεν ήσουνα για να πατής στη γή'
να τριγυρνάς ήσουν μ' αετούς και λέοντας στους κήπους των Πιερίδων!
Εκεί που φέγγει ερατεινή η πρώτη αρχή της μέρας
και που καπνός δεν έθλιψε ποτέ το γαλάζιο των αιθέρων.
Και να χτυπάς και να συντρίβης,
μίαν προς μίαν της λύρας τις χορδές όλες,
και να ξυπνάη η Μούσα η Αρετή μες απ' την κλίνη των ανέμων
αμάργαρη κι ολόγυμνη, και να σε παίρνη απάνω
μέσα εις το χάος αμέτρητον των ουρανίων ερήμων.

Μυρτιά φέρνω και κλαδιά κυπαρίσσου.
Μα που να βρω τον ίσκιο σου, την ταπεινή σου οθόνη,
που σφιχτοκλεί της στάχτης σου εις ξένην γην τον ύπνο;
Ίσως να την επήρε ένας βοριάς και να την έχη γκόλφι,
ίσως να την επήρε πίσω η γη σε πέτρινο κρεββάτι,
κάτω από τα ήσυχα παγωμένα πτερά της βαθιάς νύχτας,
να μη ακούη τ' αφρίζοντα ποτήρια μες σε καπνούς και φλόγας,
τον βίαιο άνεμο που χτυπά και σχίζει τα παράθυρα!


από την Ανθολογία της νεοελληνικής γραμματείας
του Ρένου Ηρακλή Αποστολίδη
εκδ. Τα Νέα Ελληνικά, 1972

.

Ετικέτες

4.10.11 0 comments