ποίημα για σένα: 168 ~ η Γιώγια Σιώκου στον Κ.Χ. Μύρη

ποίημα για σένα

Δευτέρα 9 Μαΐου 2011

168 ~ η Γιώγια Σιώκου στον Κ.Χ. Μύρη

***

Με δεκαοκτώ φθόγγους και είκοσι τέσσερα γράμματα
Στον Κώστα Γεωργουσόπουλο

Με δεκαοκτώ φθόγγους και είκοσι τέσσερα
γράμματα
του λόγου υφαίνω χρυσόκλωνο υφάδι.

Στην πνοή τρικυμίζω των γλυπτών του Παρθενώνα.

Υψώνω σχολεία σε καταυλισμούς προσφύγων.

Αποκρυπτογραφώ τη Γραμμική Α.

Στα υψίπεδα ρεμβάζω της αρμονίας των φωνηέντων.

Στοχασμούς αναστηλώνω στα τείχη της Φορτέτσας.

Σκηνοθετώ τις Ικέτιδες του Αισχύλου.

Το σύρσιμο αφουγκράζομαι
αρχαίου χορού στην ορχήστρα,
ουρλιάζοντας στην άσφαλτο.

Με δεκαοκτώ φθόγγους και είκοσι τέσσερα
γράμματα.

* * *

With eighteen sounds and twenty-four letters
To Kostas Georgousopoulos

With eighteen sounds and twenty-four
letters
I weave the world's golden woof.

I storm in the breeze of the Parthenon's sculptures.

I erect schools in refugee camps.

I decode Linear A.

On plateaus I muse
at the vowels' harmony.

I restore meditations in the Fortetsa's walls.

I stage-direct Aeschylus's Suppliant Women.

I listen to the shuffle
of the orchestra's ancient chorus,
howling on the asphalt.

With eighteen sounds and twenty-four
letters.

μτφ: David Connoly


από το δίγλωσσο βιβλίο Γιώγια Σιώκου, Αρχαία μέλισσα
Μετάφραση στα Αγγλικά: Ντέιβιντ Κόνολι
εκδ. τυπωθήτω - λάλον ύδωρ, 2010
.

Ετικέτες

9.5.11

14 Comments:

Τον Κώστα Γεωργουσόπουλο τον ήξερα ως κριτικό θεάτρου και μεταφραστή. Γι' αυτό σκέφτηκα ότι η προμετωπίδα του μπλογκ τιμές και αβρότητες μεταξύ ποιητών μπορεί να ερμηνευτεί ...διασταλτικά. Έτσι σκέφτηκα να σου προτείνω το ακόλουθο ποίημα του (μυθιστορηματικά ποιητή) Γιούρι Ζιβάγκο προς τον (μη ποιητή) Άμλετ:

ΑΜΛΕΤ

Το βουητό έπαψε. Βγαίνω στη σκηνή
Και γέρνοντας πάνω σε μια κολόνα της εισόδου
Νιώθω στον μακρινό αντίλαλο
Αυτά που είναι να μου συμβούν στις μέρες μου.

Της νύχτας το σκοτάδι με στοχεύει
Κοιτάζοντας με με χιλιάδες κιάλια.
Αββά, Πάτερ μου, ει δυνατόν εστί,
Απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο.

Μ’ αρέσει το επίμονο σου σχέδιο
Και συμφωνώ να παίξω αυτό το ρόλο,
Όμως τώρα ένα άλλο δράμα εκτυλίσσεται.
Απάλλαξέ με για τούτη τη φορά.

Μα η σειρά των πράξεων είναι δεδομένη
Και η πορεία προς το τέλος αναπόδραστη.
Είμαι μονάχος. Τα πάντα γύρω πνίγονται από τους Φαρισαίους.
Να ζήσεις μια ζωή δεν είναι ένας περίπατος.


Δόκτωρ Ζιβάγκο, Μπόρις Παστερνάκ, μετάφραση Μαρία Τσαντσάνογλου, Εκδόσεις Ποταμός, 2006

Τελικά με μία αναζήτηση στη Wikipedia πληροφορήθηκα για την ποιητική συλλογή που είχε εκδώσει ο Γεωργουσόπουλος. Άρα ο Άμλετ δεν μπορεί να αναρτηθεί. Εκτός αν έχει αγνοώ κάποια ποιητική συλλογή του:-)

Πέμπτη, Μαΐου 19, 2011 11:33:00 μ.μ.  

Εκτός αν έχει εκδώσει κάποια ποιητική συλλογή που αγνοώ :-), ήθελα να γράψω στην τελευταία πρόταση

Παρασκευή, Μαΐου 20, 2011 12:29:00 μ.μ.  

Kι εγώ αγνοώ! Να ψάξουμε, να ψάξουμε... μπορεί να βγάλουμε λαυράκι.
:-)

Τετάρτη, Ιουνίου 01, 2011 1:03:00 μ.μ.  

Μάταιος κόπος, Κατερίνα. Έψαξα, έψαξα και τίποτα δεν βρήκα. Είσαι η τελευταία μου ελπίδα.

Δευτέρα, Ιουνίου 27, 2011 12:58:00 π.μ.  

Να σου προτείνω όμως και κάτι για τα "Αυτοβιογραφικά":

Επαίτες και πόρνες

Στα παιδικά μου χρόνια ήμουν δέσμιος της παλιάς και της νέας δυτικής πλευράς της πόλης. Το σόι μου έμενε τότε σ' αυτές τις δύο συνοικίες με μία συμπεριφορά ανάμεικτη από πείσμα και υπερηφάνεια, γεγονός που τους έκανε να ζουν σ' ένα γκέτο που το θεωρούσαν φέουδό τους. Παρέμενα κλεισμένος σε αυτή τη συνοικία χωρίς να γνωρίσω άλλη. Για τα πλούσια παιδιά της ηλικίας μου οι φτωχοί ήταν μόνο ζητιάνοι. Είχα κάνει μεγάλη πρόοδο όταν ανακάλυψα πρώτη φορά ότι η φτώχεια αποτελεί όνειδος της κακοπληρωμένης εργασίας. Ήταν σ' ένα μικρό κείμενο, το πρώτο που συνέταξα εντελώς μόνος μου, για λογαριασμό μου. Το θέμα του ήταν ένας άνθρωπος που μοίραζε διαφημιστικά φυλλάδια, καθώς και οι ταπεινώσεις που υφίστατο από τους περαστικούς που αδιαφορούσαν γι' αυτά. Τότε ο φτωχός- έτσι τελείωνα- ξεφορτώνεται κρυφά το πακέτο. Σίγουρα ήταν ο πλέον αναποτελεσματικός τρόπος να τακτοποιήσει την κατάσταση. Όμως, την εποχή εκείνη δεν μπορούσα να σκεφτώ άλλη μορφή εξέγερσης εκτός από τη σκανταλιά. Είναι αλήθεια ότι αυτό ήταν αποτέλεσμα προσωπικής εμπειρίας. Κατέφευγα σ' αυτήν όταν προσπαθούσα να ξεφύγω από τη μητέρα μου. Κυρίως όταν έβγαινε για ψώνια, τότε που το πείσμα μου και η επιμονή μου την έφερναν σε κατάσταση απόγνωσης. Συνήθιζα πράγματι, να μενω πάντα μισό βήμα πίσω. Σαν να μην ήθελα σε καμία περίπτωση να πηγαίνω μπροστά, ούτε ακόμα και με την ίδια μου τη μητέρα. Ο λόγος που κατά τις κοινές μας εξόδους στην πόλη αισθανόμουνα αυτή την ονειροπόλο αντίσταση, αποκαλύφθηκε αργότερα, όταν ο λαβυρινθώδης χαρακτήρας της πόλης ξανοίχτηκε στη σεξουαλική επιθυμία. Αλλά αυτή η τελευταία, κατά τις πρώτες ψηλαφήσεις αναζητούσε λιγότερο τη σάρκα και περισσότερο την εντελώς κολασμένη ψυχή, που τα φτερά της έλαμπαν σαπρά στο φώς ή λαγοκοιμούνταν ακόμα, αναδιπλωμένα κάτω από τη γούνα που περιέβαλλε αυτήν τη ψυχή σαν κουκούλι. Επωφελούμουν, λοιπόν, από ένα βλέμμα που φαινόταν να μη βλέπει το τρίτο κομμάτι από αυτό που πραγματικά παρατηρούσε. Ωστόσο, ήδη από τότε, όταν η μητέρα μου αποδοκίμαζε την απέχθεια που ένιωθα και τη νυσταλέα περιπλάνησή μου, διέβλεπα αμυδρά τη δυνατότητα να διαφύγω μια μέρα από την κηδεμονία της, χάρη στη συνωμοτικότητα αυτών των δρόμων, μέσα στους οποίους, ήταν προφανές, δεν είχα βρει το δικό μου. Σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αίσθηση -δυστυχώς απατηλή- ότι μπορούσα να ξεφύγω από τη μητέρα μου από την κοινωνική της τάξη και από τη δική μου, εξηγούσε την ακατανίκητη παρόρμηση που μ' έκανε να πλησιάζω μέσα στο δρόμο μια πόρνη. Αυτό μπορούσε να διαρκεί κάποιες ώρες πριν το αποτολμήσω. Η φρίκη που ένιωθα τότε ήταν η ίδια με αυτήν που θα ένιωθα μπροστά σε ένα αυτόματο, το οποίο αρκούσε να του θέσει κανείς ένα ερώτημα για να αρχίσει να λειτουργεί... Και τότε έριχνα τη φωνή μου μέσα στη σχισμή. Το αίμα βούιζε στ' αυτιά μου και δεν ήμουν ικανός να συλλέξω τα λόγια που έπεφταν από αυτό το έντονα μακιγιαρισμένο στόμα. Δραπέτευα για να επαναλάβω, την ίδια νύχτα -πόσες φορές ακόμα- την τρελή αυτή προσπάθεια. Όταν, καμιά φορά χαράματα, σταματούσα σε μια αυλόπορτα και παγιδευόμουν χωρίς διέξοδο στα ασφαλτοστρωμένα δεσμά του δρόμου , δεν ήταν και τα πιο καθαρά χέρια αυτά που με απελευθέρωναν.


Από το βιβλίο "ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ ΤΟ ΧΙΛΙΑ ΕΝΝΙΑΚΟΣΙΑ" του Βάλτερ Μπένγιαμιν, σε μετάφραση της Ιωάννας Αβραμίδου, που κυκλοφόρησε από τς εκδόσεις "Άγρα" το 2005.

Δευτέρα, Ιουνίου 27, 2011 1:04:00 π.μ.  

Μα πόσο πάνω στην ώρα! Και πόσο κατάλληλα επιλεγμένο!

Φεύγει αμέσως και με χθεσινή ημερομηνία.
:-)

υ.γ.
Το βιβλίο δεν το έχω, ούτε το γνώριζα. Να το πάρω;

Δευτέρα, Ιουνίου 27, 2011 5:09:00 μ.μ.  

Κοίτα όμως σε ποια φράση έκανα λάθος στην αντιγραφή· αντί για "η φτώχεια αποτελεί τo όνειδος της κακοπληρωμένης εργασίας", αντέγραψα "η φτώχεια αποτελεί όνειδος της κακοπληρωμένης εργασίας"- ξέχασα δηλαδή το άρθρο "το".

Σε μία από τις φράσεις που κάνουν το κείμενο πάνω στην ώρα! Μην το ξεχαστείς και το αφήσεις έτσι στην ανάρτηση.

:-)

Υ.Γ. Να το πάρεις, εννοείται.
Υ.Υ.Γ. Πληροφοριακά να πω ότι το βιβλίο αποτελείται από 30 ανάλογης έκτασης αυτοβιογραφικά κείμενα.

Δευτέρα, Ιουνίου 27, 2011 11:44:00 μ.μ.  

Ωραία, το βάζω στην λίστα για την επόμενη παραγγελία μου.

Ξέρεις, έχει πάψει από χρόνια να με ικανοποιεί το μυθιστόρημα και η νουβέλα, ίσως γιατί όλοι εκδίδονται πλέον και οι προτάσεις των εκδοτικών οίκων δεν είναι αξιόπιστες. Το ίδιο ισχύει και για τις προτάσεις των βιβλιοκριτικών - δεν φαντάζεσαι πόσα βιβλία παράτησα απογοητευμένη από τις πολύ πρώτες κιόλας σελίδες τους - [οk, μπορεί να φταίω κι εγώ που έχω παραξενιάσει :-) ].

Έτσι πάντα με ενδιαφέρουν οι επιλεγμένες προτάσεις για αυτοβιογραφίες, απομνημονεύματα, δοκίμια, ποίηση.

Πέμπτη, Ιουνίου 30, 2011 4:55:00 μ.μ.  

Ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη:-) Ελπίζω να μην απογοητευτείς. Εξάλλου μια ιδέα για το βιβλίο την έχεις ήδη.

Αυτό το καλοκαίρι θα επιμείνω μυθιστορηματικά. Για αρχή το Φερντυτούρκε του Βίτολντ Γκόμπροβιτς και βλέπουμε. Πιθανόν τον Κύκνο του Γκάντμπεργκερ Μπέργκσον (δεν παίρνω όρκο ότι γράφω σωστά το μικρό του όνομα :-)) και (κάλλιο αργά παρά ποτέ) την Αρχαία σκουριά της Μάρως Δούκα. Υπάρχει πάντα η επιλογή να διαβάσω (επιτέλους) κάποιο από τα κλασικά μυθιστορήματα που δεν έχω διαβάσει (π.χ. -ντροπή μου!-τους Δαιμονισμένους).

Κατά τα λοιπά έχεις δίκιο, στην πεζογραφία όλοι εκδίδονται, επιφυλάσσοντας δυσάρεστες εκπλήξεις στους αναγνώστες. Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί.

Κυριακή, Ιουλίου 03, 2011 1:40:00 μ.μ.  

Kαλά κάνεις και επιμένεις, εγώ έχω το πρόβλημα...

Mπέργκσον δεν έχω διαβάσει και στον Γκομπρόβιτς είχα ατυχήσει όταν μισοδιάβασα τους Μαγεμένους (δώρο), θέμα διόλου ελκυστικό για μένα. Για Μάρω Δούκα, τι να πω; Έχω τα άπαντά της (σχεδόν) με καλύτερό μου την Πλωτή Πόλη και αυτό δεν με κάνει αντικειμενική. H Αρχαία Σκουριά (ΕΡΤ: Η ιστορία των χρόνων μου), είναι υποχρεωτική.
:-)

Για τους αδιακρίτως εκδιδόμενους το καταλαβαίνω... αυτοί που γράφουν φιλοδοξούν να δουν το πόνημά τους σε ράφι βιβλιοπωλείου και αυτοί που εκδίδουν δεν είναι οι παραδοσιακοί εκδοτικοί οίκοι που είχαν προτάσεις, αλλά κάτι σαν τυπογραφεία να πω; σαν εμπορικές επιχειρήσεις; που τυπώνουν ότι παραγγέλνουν οι ...πελάτες-συγγραφείς. Αλλά να μην είμαι αφοριστική, αυτό δεν σημαίνει ότι ανάμεσα στους πελάτες τους δεν υπάρχουν και αξιόλογοι λογοτέχνες.

Καλές αναγνώσεις!

υ.γ.
Το βιβλίο το έχω ξεκινήσει. Διαβάζω με αργούς ρυθμούς, και έχω φθάσει στο "Χειμωνιάτικο πρωινό". Έξοχη η πρότασή σου, ευχαριστώ!

Πέμπτη, Ιουλίου 21, 2011 12:54:00 μ.μ.  

Άκου να δεις πράγματα, Κατερίνα. Ο Κούντερα στον Πέπλο -μπορεί να κάνω λάθος και να είναι σε κάποιο άλλο δοκίμιό του, δεν έχω το βιβλίο πρόχειρο για να το ελέγξω- γράφει για την εμπειρία ενός Γάλλου φίλου του με τον Γκόμπροβιτς.

Μετά από παραίνεση του Κούντερα ο Γάλλος πήρε την απόφαση να διαβάσει ένα βιβλίο του Γκόμπροβιτς, του οποίου μέγας θαυμαστής είναι ο πρώτος. Λίγο καιρό αργότερα όταν ξανασυναντήθηκαν, ο Γάλλος είπε στον Κ. ότι δεν ενθουσιάστηκε ιδιαίτερα με τον Πολωνό συγγραφέα. Ο Κ. παραξενεύτηκε και τον ρώτησε τι διάβασε. Μόλις άκουσε την απάντηση "τους Μαγεμένους" ούρλιαξε: "Διάολε, όχι τους Μαγεμένους" και του εξήγησε τους λόγους που το βιβλίο υστερεί (σ.τ.Χ. μην με ρωτήσεις ποιους, δεν θυμάμαι). Και συνέχισε "να διαβάσεις το Φερντυτούρκε ή τον Υπερατλαντικό (σ.τ.Χ. με επιφύλαξη αν είπε αυτό ή την Πορνογραφία)". Ο Γάλλος όμως του έδωσε μια δυσάρετη απάντηση που πήγαινε κάπως έτσι: ¨Η ζωή μου είναι πεπερασμένη και ο χρόνος που μπορώ να διαθέσω σε κάθε συγγραφέα είναι περιορισμένος. Ο κύκλος ζωής του Γκόμπροβιτς τελείωσε στη ζωή μου." Έτσι ο Κούντερα διαπίστωσε με οδυνηρό τρόπο, ότι ένας συγγραφέας δεν έχει απεριόριστες ευκαιρίες από τους αναγνώστες- συνήθως έχει μία και μοναδική.

Κρίνοντας από το Φερντυτούρκε, είναι κρίμα.



Υ.Γ.1 Τώρα που τα οικονομικά όλων στενεύουν, ένα μεγάλο μέρος των βιβλίων που (ελπίζω να) διαβάζω θα το δανείζομαι από βιβλιοθήκες, όπου απ' ότι έχω δει βρίσκονται κατά βάση κλασικά βιβλία και από πιο σύγχρονα, ελληνική λογοτεχνία. Οπότε τη νεοελληνική λογοτεχνία, που την έχω παραμελήσει -σχεδόν τελείως- θα έχω την ευκαιρία να τη γνωρίσω. Αρχής γενομένης από τη Μάρω Δούκα.
Υ.Γ.2 Η ιστορία του Κούντερα είναι σε ελεύθερη απόδοση.
Υ.Γ.3 Χαίρομαι που σου αρέσουν "Τα παιδικά χρόνια στο Βερολίνο".

Παρασκευή, Ιουλίου 22, 2011 9:33:00 μ.μ.  

!!! Για δες!

Παρηγορήθηκα τώρα... νόμιζα πως εγώ ήμουν παράξενη.

Όσο για τις δεύτερες ευκαιρίες, πάντα επιβεβαιώνουν την πρώτη μου εντύπωση. Θέλω όμως να διαψευστώ κάποια φορά.

υ.γ.
εγώ πάλι, αν αφαιρέσουμε τους μεγάλους κλασικούς, πάντα προτιμούσα την ελληνική πεζογραφία και το έλλειμμά μου είναι στην ξένη. Μεγάλο.

Πέμπτη, Αυγούστου 04, 2011 12:38:00 μ.μ.  

παιδιά πολυ καλο. πιος την εκανε την μεταφραση

Δευτέρα, Ιανουαρίου 30, 2012 11:16:00 π.μ.  

Ανώνυμε/η,

νομίζω πως μπορείς να βρεις καλύτερο τρόπο για να κοινοποιείς ό,τι κρίνεις χρήσιμο.
:-)

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 06, 2012 5:37:00 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home